Κυριακή 5 Αυγούστου 2007

H δικτατορία της 4ης Αυγούστου 1936


"Εβδομήντα ένα χρόνια συμπληρώνονται από την 4η Αυγούστου του 1936, όταν ο Ιωάννης Μεταξάς επέβαλε δικτατορία στην Ελλάδα, έχοντας την πλήρη στήριξη των ανακτόρων. Μια δικτατορία που ήταν προϊόν πολιτικής αστάθειας, αδυναμίας των δύο μεγάλων κομμάτων της εποχής, καθώς και διεθνών συγκυριών. Ο «Τρίτος Ελληνικός Πολιτισμός» όπως ονομάστηκε, είχε στοιχεία από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της εποχής του: υποχρεωτική οργάνωση των νέων σε νεολαία, διώξεις αντιφρονούντων, λογοκρισία κ.ά. Παράλληλα, στόχευε στη λαϊκή στήριξη, εφαρμόζοντας ενίοτε κοινωνική πολιτική, με πράξεις όπως η ίδρυση του ΙΚΑ και η καθιέρωση της οκτάωρης εργασίας. Πάνω από όλα, η δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχε στο «τιμόνι» της τον Ιωάννη Μεταξά (1871-1941), έναν πολιτικό που αντιλήφθηκε τη συγκυρία της εποχής του, έκρινε ως κατάλληλη την επιβολή δικτατορίας στην Ελλάδα και μετουσίωσε σε πράξεις τις σκέψεις και τις πολιτικές του θέσεις. Ο Μεταξάς έχει συνδέσει το όνομά του με το ελληνικό «ΟΧΙ» στον επίδοξο ιταλό κατακτητή το 1940. Ωστόσο, η Ιστορία είναι υποχρεωμένη να τον κρίνει και για τις πράξεις του κατά τη διάρκεια της τετράχρονης δικτατορίας, η οποία ουσιαστικά τερματίστηκε με την έναρξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.


Το πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου


Στις εκλογές του 1936 οι Βενιζελικοί και οι Αντι-Βενιζελικοί ισοψήφισαν, με αποτέλεσμα ο Γεώργιος Β΄ να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού. Στις 9 Μαρτίου ο βασιλιάς διόρισε υπουργό στρατιωτικών τον Ιωάννη Μεταξά. Η αρχή για την δικτατορία της 4ης Αυγούστου είχε αρχίσει ήδη. Κανένα κόμμα, εκτός από το Κ.Κ.Ε., δεν αποδοκίμασε τον συγκεκριμένο διορισμό. Στις 14 Μαρτίου ορκίστηκε η κυβέρνηση Δεμερτζή, με αντιπρόεδρο και υπουργό στρατιωτικών τον Ιωάννη Μεταξά. Έναν μήνα μετά πέθανε αιφνιδίως από ανακοπή καρδιάς ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Δεμερτζής. Το τραγικό συμβάν έδωσε την ευκαιρία στον Μεταξά να αναρριχηθεί στην εξουσία.


Έτσι στις 13 Απριλίου ο Γεώργιος Β΄ διόρισε τον ίδιο πρωθυπουργό, αφού έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης απο τη Βουλή. Ο βουλευτής Ηλείας Βάσος Στεφανόπουλος είπε τότε: «Χρεωκοπήσαμεν ως κοινοβουλευτισμός, εξεπέσαμεν ως συνέλευσις και χάσαμε τον ψυχικόν σύνδεσμο προς τον λαόν. Διότι τι είδους ψυχικός σύνδεσμος είναι δυνατόν να διατηρηθή όταν ο μεν λαός φωνάζει δεν θέλω να με κυβερνήση ο Μεταξάς, ημείς δε αδιαφορούντες του απαντώμεν:Και όμως θα σε κυβερνήσει ο Μεταξάς». Ο δρόμος είχε ανοίξει για τον Μεταξά. Και όμως πολλές εξέχουσες προσωπικότητες του τόπου είχαν επισημάνει τον κίνδυνο. Ο Σοφούλης, πρόεδρος της Βουλής, διατήρησε τις επιφυλάξεις του για τον διορισμό του Μεταξά, παρόλα αυτά έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης. Στις 30 Απριλίου του 1936 η Βουλή παραχώρησε με ψήφισμα απόλυτη ελευθερία στον Μεταξά.[6] Επικαλούμενος τον κίνδυνο εσωτερικών ταραχών και την ασταθή διεθνή κατάσταση, στις 4 Αυγούστου 1936 ο Μεταξάς εγκαθιδρύει δικτατορία[7] με τη συγκατάθεση του Γεωργίου Β', ο οποίος διαλύει τη Βουλή χωρίς να προκηρύξει εκλογές και αναστέλλει πολλά άρθρα του Συντάγματος.


Η δικτατορία του Μεταξά ακολούθησε το φασιστικό πρότυπο, τόσο σε επίπεδο ιδεολογικής συγκρότησης όσο και σε επίπεδο πρακτικής, χωρίς ωστόσο να κατορθώσει να αποκτήσει τη συνέπεια και τη συνοχή που χαρακτήριζαν την Ιταλία του Μπενίτο Μουσολίνι. Ο Μεταξάς δημιούργησε και διέδωσε την ιδεολογία του «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού», στην οποία στηρίχτηκε το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Οι Μεταξικοί θεωρούσαν οτι είναι οι συνεχιστές του Αρχαίου (Α΄) και Βυζαντινού (Β΄) Πολιτισμού και οτι είχαν ως στόχο την φυλετική ενότητα του έθνους καθώς και την διατήρηση των παραδόσεων. Tο ιδανικό πολίτευμα κατα τον Μεταξά δεν ήταν η Αθηναϊκή Δημοκρατία αλλα η στρατοκρατική Σπάρτη. Ουσιαστικά ο Μεταξάς προσπαθούσε να προβάλει τον εαυτό του ως την μοναδική ελπίδα σωτηρίας για το Ελληνικό Έθνος γι'αυτό καθώς και την μοναδικότητα του Ελληνικού πολιτισμού απέναντι στα ξένα πρότυπα. Οι βασικές διαφορές με το Γ΄ Ράιχ έγκεινται στο οτι η Ελλάδα δεν εφάρμοσε μια ιμπεριαλιστική πολιτική, σε αντίθεση με την Γερμανία, η οποία προκάλεσε τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, καθώς και στο ότι η ιδεολογία περί «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού» δε βρήκε την πλατιά απήχηση στις μάζες που βρήκε η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία στη Γερμανία.


Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της δικτατορίας ήταν η αστυνομική τρομοκρατία, η οποία στράφηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα τόσο κατά των κομμουνιστών, όσο και κατά των συντηρητικών πολιτικών, οι οποίοι, έχοντας επαφές με την Αυλή, επιδίωκαν την ανατροπή του Ιωάννη Μεταξά. Ο Γεώργιος Καφαντάρης σε ανακοίνωση διαμαρτυρίας γράφει «Αι αυθαίρετοι συλλήψεις είναι συνήθη φαινόμενα. Πάμπολλοι είναι οι υποβληθέντες εις μεσαιωνικά μαρτύρια».[8] Τα κόμματα απαγορεύτηκαν, οι πολιτικοί εξορίστηκαν ή τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό, τα συνδικάτα διαλύθηκαν ενώ οι βασανισμοί ήταν καθημερινό φαινόμενο στα αστυνομικά τμήματα. Οι συνθήκες διαβίωσης των εξόριστων ήταν τόσο άσχημες που μερικοί πέθαιναν από αρρώστιες. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγεται και ο πατρινός πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος. Χαρακτηριστικό της τρομοκρατίας είναι ότι η ΓΣΕΕ διαλύθηκε και αναπληρώθηκε από την Εθνική Συνομοσπονδία με πρόεδρο τον ίδιο τον υπουργό εργασίας. Επιπλέον με βασιλικά διατάγματα πέτυχε η εκλογή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος να γίνεται από τον Βασιλιά.


Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, προσπαθώντας να κατευνάσει την κοινωνική αναταραχή, προώθησε κάποια φιλολαϊκά μέτρα, όπως το 8ωρο και κάποιες υποχρεωτικές βελτιώσεις στο εργατικό περιβάλλον, ενώ επένδυσε στην άμυνα, όσο αυτό του επιτρεπόταν από τις μεγάλες δυνάμεις. Τέλος τα αγροτικά προϊόντα άρχισαν να πωλούνται ακριβότερα και ελευθερώθηκαν τα χρέη πάνω στη γη. Από πλευράς επενδύσεων η περίοδος της 4ης Αυγούστου μπορεί να θεωρηθεί ευνοϊκή, αφού την περίοδο 1936-1938 ιδρύθηκαν 567 εργοστάσια. Ο προϋπολογισμός έδινε βάση στην στρατιωτική οργάνωση γι' αυτό ήταν και ιδιαίτερα αυξημένος. Από την άλλη πλευρά, το εκπαιδευτικό σύστημα υπέστη σημαντική οπισθοδρόμηση, καθώς κύριος προσανατολισμός της Μεταξικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η τόνωση της ΕΟΝ και ο εκτοπισμός των προοδευτικών εκπαιδευτικών. Τα παιδιά αναγκάζονταν να δίνουν όρκο ότι θα διαφύλασσαν την πίστη στον Θεό, στον Βασιλέα, στην Πατρίδα, στον διάδοχο, στον κυβερνήτη και στον Γενικό Επιθεωρητή. Ήταν μια οργάνωση ναζιστικού τύπου, στην οποία μάλιστα τα παιδιά χαιρετούσαν χιτλερικά. Στην οργάνωση ήταν αναγκασμένοι να συμμετέχουν όλοι οι νέοι ηλικίας 8 έως 25 ετών, γι' αυτό και ο Μεταξάς ανάγκασε τους προσκόπους να ενταχθούν στην ΕΟΝ. Κάθε Τετάρτη οι μαθητές ήταν αναγκασμένοι με απόφαση της κυβέρνησης να πηγαίνουν στα γραφεία της ΕΟΝ και να πραγματοποιούν σχηματισμούς. Η κυβέρνηση έδινε ιδιαίτερη σημασία στην ορθόδοξη πίστη καθώς και στον θεσμό της οικογένειας, τον οποίο πίστευε ότι προωθούσε μέσα από την συγκεκριμένη οργάνωση. Είχε εφαρμοστεί χωρίς να κατονομάζεται το τρίπτυχο «Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια».



Κατά τη δικτατορία Μεταξά σημαντική αντίσταση προέβαλαν οι αρχηγοί των δημοκρατικών κομμάτων Παπαναστασίου, Παπανδρέου, Σοφούλης, Καφαντάρης κ.α. με επίσημα διαβήματα στον Γεώργιο Β΄. Στις 30 Ιουνίου του 1938 αποκαλύφθηκε στρατιωτική ομάδα υπαξιωματικών που σχεδίαζαν την ανατροπή του Μεταξά ενώ λίγες μέρες αργότερα, και συγκεκριμένα στις 17 Ιουλίου του 1938, σημαντική επαναστατική κίνηση συνέβη στην Κρήτη από τους κατοίκους και τους πολιτικούς αρχηγούς της Ελλάδας. Τελικά δώδεκα ημέρες αργότερα το κίνημα κατέρρευσε με αποτέλεσμα να συλληφθούν οι αρχηγοί του και να επιβληθεί κλίμα τρομοκρατίας στο νησί. Οι σημαντικότερες αντιδικτατορικές οργανώσεις που έδρασαν ήταν οι: Φιλική Εταιρεία, Ομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων, Λαϊκή Πρόνοια, Ενιαίο Μέτωπο Εργατών και Ένωση των Νέων της Ελλάδος καθώς και οι ομάδες του Κ.Κ.Ε.


Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Μεταξάς προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ της Αγγλίας, η οποία ήταν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη της Μεσογείου, και προς την οποία άλλωστε στρέφονταν οι συμπάθειες του βασιλιά, και της Γερμανίας, με το ολοκληρωτικό καθεστώς της οποίας υπήρχε ιδεολογική συνάφεια, αλλά και στενότατοι οικονομικοί δεσμοί αφού εκτός των άλλων η γερμανική κυβέρνηση είχε αγοράσει το 40% των ελληνικών καπνών. Για την διαφορετική νοοτροπία Αγγλίας και Ελλάδας γράφει ο Βρετανός στρατηγός σερ Χ.Μ. Ουίλσον «κάτω απο τη δικτατορία του Μεταξά είχαν υιοθετηθεί ορισμένες ναζιστικές ιδέες. Η νεολαία χαιρετούσε χιτλερικά έως ότου οι Αυστραλοί την εδίδαξαν να χαιρετά με το σύνθημα της νίκης. Η θέσις μας στην Ελλάδα ήταν πραγματικά παράδοξη: Αγωνιζόμαστε εναντίον του ολοκληρωτισμού ενισχύοντας μια φασιστική κυβέρνηση εναντίον μιας άλλης».[9] Όμως, όπως αποδεικνύει η «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της Εκδοτικής Αθηνών, ήδη από το 1939 η Ελλάδα είχε ευθυγραμμιστεί απόλυτα με τους Βρετανούς, οι οποίοι αποδέχονταν την ουδέτερη στάση της Ελλάδας εξαιτίας της αδυναμίας τους να της παράσχουν ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη.[10] Χαρακτηριστικό παράδειγμα των στενών σχέσεων που υπήρχαν μεταξύ των δύο κυβερνήσεων είναι το γεγονός ότι ο Μεταξάς πρότεινε το 1938 στην αγγλική κυβέρνηση τη σύναψη αμυντικής συμμαχίας, την οποία η αγγλική κυβέρνηση αρνήθηκε διπλωματικά αφού δεν είχε λόγο να αμφιβάλλει σχετικά με την στάση της Ελλάδας σε επικείμενο πόλεμο. Αντίθετα, με τη γερμανική κυβέρνηση οι σχέσεις ήταν τυπικές, αφού η Ελλάδα είχε πολλά οφέλη από τις οικονομικές επενδύσεις των Γερμανών. Σημαντικό ρόλο στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών διαδραμάτισε και η στάση της Ιταλίας, λόγω των συνεχών προκλήσεων. Το γεγονός της βύθισης της Έλλης σηματοδότησε το τέλος των φιλικών σχέσεων με τις δυνάμεις του Άξονα. Παρόλα αυτά η πολιτική της ουδετερότητας απέτρεψε τον Μεταξά από τη λήψη περαιτέρω μέτρων.


Ελληνοϊταλικός πόλεμος


Ο Μεταξάς αρχικά επέδειξε καρτερικότητα απέναντι στις ιταλικές προκλήσεις, προετοιμαζόμενος όμως ταυτοχρόνως για μια στρατιωτική αναμέτρηση στο πλευρό των Συμμάχων. Στις 28 Οκτωβρίου του 1940, στις 3 μ.μ., ο Ιταλός πρέσβης επισκέφθηκε τον Μεταξά και του έδωσε τελεσίγραφο, με το οποίο ζητούσε να επιτραπεί η είσοδος των ιταλικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Ο Μεταξάς αρνήθηκε να υπακούσει στο ιταλικό τελεσίγραφο για ελεύθερη είσοδο των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.[11] Η απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς αποτέλεσμα πίεσης της κοινής γνώμης, κατ' άλλους προσωπική ενέργεια και απόφαση. Σύγχρονοι ιστορικοί πιστεύουν οτι η απόφαση του Μεταξά ήταν αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, αφού η Ελλάδα προετοιμαζόταν χρόνια για επικείμενη επίθεση εχθρικών δυνάμεων.[12] Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Ελλάδα το Νοέμβριο του 1940 υπήρξε αποδέκτης προτάσεων εκ μέρους της Γερμανίας για παρέμβασή της προς ειρήνευση με την Ιταλία, τις οποίες ο Μεταξάς απέρριψε συνεπής με την στρατηγική της ευθυγράμμισης με την Μ. Βρετανία.


Με την άρνησή του να υποκύψει στους Ιταλούς απέκτησε, έστω και προσωρινά, τη γενική αποδοχή, γεγονός που υποβοήθησε σημαντικά στην πανεθνική προσπάθεια για απόκρουση και απώθηση των Ιταλών.[13] Ο Γεώργιος Σεφέρης θα γράψει έναν χρόνο αργότερα: «Όταν ήρθε η 28η, δεν μπόρεσε να ιδεί ότι τότε μόνο, και όχι στις εορτές του Σταδίου, ολόκληρος ο λαός ήταν μαζί του, μαζί με την απάντηση που έδωσε στον Grazzi την αυγή. Δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι η ημέρα εκείνη δεν επικύρωνε αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου».[14] Ο Μεταξάς στο ημερολόγιο του ανέλυσε εκτενώς την απόφαση του εκείνο το βράδυ. Αν αποδεχόταν το τελεσίγραφο, θα επαναλαμβανόταν ο Εθνικός Διχασμός του 1916, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στον πόλεμο αποδυναμωμένη και με τις δυνάμεις της διασπασμένες. Φυσικά η Ιταλία, η Βουλγαρία, η Αγγλία και η Τουρκία θα εκμεταλλεύονταν το γεγονός και θα καταλάμβαναν αμφισβητούμενες περιοχές όπως τη Μακεδονία, το Αιγαίο, τη Θράκη κ.α. Ήταν λοιπόν κατά την άποψή του η ύστατη λύση για να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Πατρίδας του. Επιπλέον πίστευε στην σίγουρη νίκη των αγγλοσαξονικών δυνάμεων και ότι η Ελλάδα θα αποκόμιζε τα Δωδεκάνησα. Ο Ιωάννης Μεταξάς απεβίωσε αιφνιδίως στις 29 Ιανουαρίου του 1941 και την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Αλέξανδρος Κορυζής.


Η διαμάχη του με τον Βενιζέλο


Η σύγκρουση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν αναπόφευκτη λόγω της διαφορετικής τους νοοτροπίας και ιδεολογίας. Ο μέν Μεταξάς ήταν φιλομοναρχικός και πίστευε στην υπεροχή της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ο δε Βενιζέλος προτιμούσε την κυβέρνηση αυτόνομη και πέρα απο τις παρεμβάσεις του Βασιλιά και πίστευε στην στρατιωτική και οικονομική υπεροχή της Γαλλίας και της Αγγλίας. Ήταν λοιπόν εκ διαμέτρου αντίθετοι. Την εποχή της γνωριμίας τους ο Βενιζέλος ήταν πανίσχυρος ενώ ο Μεταξάς ένας παραγκωνισμένος βασιλικός στρατιωτικός. Παρ'ολα αυτά κατάφερε λόγω των σπουδαίων του στρατιωτικών γνώσεων πάνω σε στρατιωτικές τακτικές να διοριστεί πρώτος υπασπιστής του Βενιζέλου και να αναμειχθεί παρασκηνιακώς στα μεγάλα γεγονότα της εποχής. Η ρήξη ήρθε το 1915, όταν και ο Μεταξάς εκμεταλλευόμενος το αξίωμα του αναμείχθηκε σε πολιτικά ζητήματα. Με την παραίτηση του κατάφερε να μεταπείσει τον Βασιλιά ως προς την είσοδο της χώρας στον πόλεμο, στο πλευρό των συμμάχων. Έτσι ουσιαστικά δημιουργήθηκε ο Εθνικός διχασμός που ταλαιπώρησε για χρόνια την Ελλάδα. Την κίνηση αυτή ο Βενιζέλος δεν του την συγχώρεσε ποτέ με αποτέλεσμα όταν ανήλθε στην εξουσία ως πρωθυπουργός το 1917 να τον εξορίσει στην Κορσική. Με δικές του μάλιστα ενέργειες τον καταδίκασε σε θάνατο.


Στις 11 Οκτωβρίου του 1934 ο Βενιζέλος, απο τα Χανιά όπου κατοικούσε, αποφάσισε να εγκαινιάσει μια σειρά άρθρων στην εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» σχετικά με τα γεγονότα του Εθνικού Διχασμού. Ύστερα απο μερικές μέρες ο Μεταξάς απάντησε στις μυθοπλασίες, κατα τον Μεταξά, του Βενιζέλου εγκαινιάζοντας δικιά του σειρά άρθρων στην εφημερίδα «Καθημερινή». Η αρθρογραφία των δύο μεγάλων αντρών τελείωσε στις 23 Ιανουαρίου του 1935, με το τελευταίο άρθρο του Μεταξά. Συνολικά ο Βενιζέλος δημοσίευσε 37 άρθρα ενώ ο Μεταξάς 70. Μέσα απο την αρθρογραφία φαίνεται το μίσος που έτρεφε ο ένας για τον άλλο. Σύμφωνα με τους σύγχρονους ιστορικούς οι ισχυρισμοί του Μεταξά κρίνονται περισσότερο αξιόπιστοι.[15] Χαρακτηριστικό είναι οτι ο Μεταξάς αναφέρει ένα έγγραφο της Γερμανικής κυβέρνησης, με το οποίο έδινε εγγυήσεις στον Βασιλιά σε περίπτωση παραμονής της χώρας στην ουδετερότητα. Ο Βενιζέλος το αρνήθηκε αλλά οι σύγχρονες μελέτες στα γερμανικά αρχεία απέδειξαν οτι πράγματι το έγγραφο υπήρξε."

Πηγή: e-lierta.gr

1 σχόλιο:

Alexius είπε...

Μία ακόμα δικτακτορία υπέυθύνη της βασιλικής αυλής.Διέφερε με την μεταγενέστερη έκδοση της στην λιγότερη βλακεία και στις λιγότερες διώξεις.Έφερε λαικά μέτρα,για να καθησυχάσει την δυσαρέσκεια,αλλά καιενδυνάμωσε στρατιωτικά την χώρα σε αντίθεση με τους συνταγματάρχες που ξεπούλησαν την Κύπρο.Εν τέλει όμως παρέμεινε ως το καθεστώς που κατέδειξε την αστάθεια της Α' Ελληνικής Δημοκρατίας και την καταστροφική καθοδήγηση του Γεωργίου Β' ο οποίος είναι συνυπεύθυνος και για την τροπή που πήρε ο μετέπειτα αντιστασιακός αγώνας αλλά και ο Εμφύλιος.